Το ΤΑΙΠΕΔ ανακοίνωσε και επίσημα στη γενική συνέλευση της ΕΥΑΘ ότι η απόφαση του ΣτΕ για την ΕΥΔΑΠ δημιουργεί νέα δεδομένα
της Άννης Καρολίδου
Στην ανακοίνωση ότι θα επανεξετάσει το θέμα της ιδιωτικοποίησης της ΕΥΑΘπροχώρησε το ΤΑΙΠΕΔ κατά την έναρξη της ετήσιας τακτικής γενικής συνέλευσης της εταιρείας ύδρευσης της Θεσσαλονίκης. Επιβεβαιώνονται έτσι με τον πλέον επίσημο τρόπο οι πληροφορίες που ήθελαν τη διαδικασία πώλησης της ΕΥΑΘ να κολλάει μετά την απόφαση του ΣτΕ για την ΕΥΔΑΠ.
Σε επίσημη ανακοίνωση του ΤΑΙΠΕΔ που αναγνώστηκε στη γενική συνέλευση επισημαίνεται ότι η απόφαση του ΣτΕ για την ΕΥΔΑΠ δημιουργεί νέα δεδομένα. Στο πλαίσιο αυτό το ΤΑΙΠΕΔ, σεβόμενο τους θεσμούς και την τοπική κοινωνία (σ.σ. δημοψήφισμα για το νερό), θα επανεξετάσει τη διαδικασία ιδιωτικοποίησης της ΕΥΑΘ, ενώ όπως επίσης υπογραμμίσθηκε, ο στόχος του ΤΑΙΠΕΔ είναι η αξιοποίηση της δημόσιας εταιρείας, απαντώντας έτσι εμμέσως πλην σαφώς στις κατηγορίες περί ξεπουλήματος της δημόσιας περιουσίας.
Η απόφαση του ΤΑΙΠΕΔ, οπωσδήποτε και δεν ικανοποίησε την ήδη μέτοχο και υποψήφια αγοράστρια του 51%, Suez, καθώς η διαδικασία αποκρατικοποίησης διαρκεί για περίπου τρία χρόνια και έχει υποχρεώσει τις δύο υποψήφιες κοινοπραξίες σε δαπάνες, αλλά και τις έχει φέρει σε αντίθεση με φορείς της τοπικής κοινωνίας, για μία υπόθεση που ξεκίνησε από επιλογή του ελληνικού κράτους.
Όπως τονίσθηκε κατά τη γενική συνέλευση και από τον πρόεδρο και διευθύνοντα σύμβουλο της ΕΥΑΘ ΑΕ, Νίκο Παπαδάκη, «αυτό το μπρος- πίσω στην αποκρατικοποίηση, δεν έχει κάνει καθόλου καλό στην εταιρεία η οποία δυσκολεύεται να χαράξει την αναπτυξιακή της στρατηγική», όταν μάλιστα έχει κεφάλαια, δε χρωστάει δραχμή στις τράπεζες και μπορεί κάλλιστα να προχωρήσει στην υλοποίηση του επενδυτικού προγράμματος για την περίοδο 2014-2018, ύψους 132 εκατ ευρώ.
Η εταιρεία χρειάζεται επειγόντως προσωπικό και θα πρέπει, από το 2015, να δοθεί λύση στο ζήτημα της τιμολογιακής πολιτικής, σε συνεργασία με τη Ρυθμιστική Αρχή Υδάτων, αλλά και στο ζήτημα των αμοιβών με την υπογραφή νέας συλλογικής σύμβασης με τους εργαζομένους.
Σε ό,τι αφορά στα θέματα της ημερήσιας διάταξης, οι αποφάσεις της γενικής συνέλευσης οπωσδήποτε ικανοποιούν και με το παραπάνω τους μετόχους , αν και οι επιστροφές από αντληθέντα κεφάλαια και αφορολόγητα αποθεματικά ήταν εξυγιαντικού χαρακτήρα και τις είχε θέσει η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς.
Πιο συγκεκριμένα, οι μέτοχοι(με το ΤΑΙΠΕΔ και το δημόσιο να έχουν τον έλεγχο της εταιρείας) θα πάρουν 0,285 ευρώ ανά μετοχή. Το ποσό αυτό αναλύεται ως εξής: Από τη διανομή κερδών, θα δοθεί μέρισμα 0,12 ευρώ/ μετοχή. Επίσης, από αφορολόγητα αποθεματικά που είχαν δημιουργηθεί προηγούμενα έτη από τοποθετήσεις σε repos, θα διανεμηθεί καθαρό ποσό 2,373 εκατ ευρώ ή 0,065 ευρώ ανά μετοχή. Επίσης, από τα κεφάλαια που είχαν αντληθεί κατά την εισαγωγή της εταιρείας στο ΧΑ με σκοπό να επενδυθουν στο νέο κτήριο 4,695 εκατ ευρώ, θα επιστραφούν κεφάλαια 3,695 ευρώ ή 0,10 ευρώ ανά μετοχή.
Μετά την ψήφιση των θεμάτων της ημερήσιας διάταξης, το λόγο έλαβε ο εκπρόσωπος των εργαζομένων και από τους πρωτεργάτες της κίνησης κατά της ιδιωτικοποίησης , SOSτε το Νερό, Γιώργος Αρχοντόπουλος, ο οποίος αναφέρθηκε στην νέα προσφυγή στο ΣτΕ, κατά της μεταβίβασης των μετοχών της ΕΥΑΘ στο ΤΑΙΠΕΔ με σκοπό την πώληση, ο οποίος επίσης υποστήριξε ότι από τη στιγμή που επιστρέφονται κεφάλαια από εκείνα που αντλήθηκαν με την εισαγωγή της εταιρείας στο Χρηματιστήριο, θα πρέπει και οι αντίστοιχες μετοχές να βγούνε από το ταμπλό και η ΕΥΑΘ AE να ξαναγίνει μία κρατική επιχείρηση.
Η Voria.gr προσθέτει το κείμενο της δήλωσης του ΤΑΙΠΕΔ όπως στάλθηκε στα μέσα ενημέρωσης:
Δήλωση ΤΑΙΠΕΔ
« Η απόφαση του ΣτΕ σχετικά με την ΕΥΔΑΠ δημιουργεί ένα νέο δεδομένο στο θέμα της αποκρατικοποίησης των εταιριών υδάτων.
Το ΤΑΙΠΕΔ, σεβόμενο τους νομικούς θεσμούς, αλλά και τις αντιδράσεις της τοπικής κοινωνίας, θα προχωρήσει στο αμέσως επόμενο διάστημα σε επανεξέταση της διαδικασίας αξιοποίησης της ΕΥΑΘ και θα ανακοινώσει τις σχετικές αποφάσεις του.
Επισημαίνεται ότι ρόλος του ΤΑΙΠΕΔ είναι να αξιοποιεί στοιχεία της περιουσίας του Δημοσίου με γνώμονα το δημόσιο συμφέρον, άρα και το συμφέρον των πολιτών, ενώ παράλληλα οφείλει να διασφαλίζει την νομιμότητα, αποτελεσματικότητα και αξιοπιστία του προγράμματος αποκρατικοποιήσεων».